Στού βασιλιά του Τρί καρδου το μοναχό παιδί
οι μοίρες πού το μοίρωσαν κατάρα είχαν κάνει
πώς άμα ο ήλιος το ιδεί
ευθύς θε να πεθάνει.
Κι ο βασιλιάς πατέρας του μ’ ελπίδα να σωθεί
από του ήλιου το κακό και φλογισμένο μάτι
τούχτισ’ επίτηδες βαθύ
μέσα στη γή παλάτι.
Χρόνια περάσαν πέθανε ο γέροντας γονιός…
Και με την ώρα την καλή θα βασιλέψει τώρα
Αν ή λια γος ο μορφονιός
στού Τρί καρδου τη χώρα.
Και ο βασιλιάς Αν ή λια γος τις μέρες του περνά
μές΄στα βαθιά παλάτια του και μοναχά το βράδι
βουνά και κάμπους τριγυρνά
στής νύχτας το σκοτάδι.
Κι η Κυρα-Ρήνη η όμορφη τον είδε μια βραδιά
στο Κάστρο εμπρός να κυνηγά μ’ ολόφωτο φεγγάρι
κι ένοιωσε αγάπη στην καρδιά
για τ’ άξιο παλληκάρι.
Ο βασιλιάς Αν ή λια γος –σαν κάθε βασιλιάς-
τώρα κι αυτός ολονυχτίς στη χώρα δε γυρίζει.
Σ’ αγαπημένη αγκαλιά
γυρμένος ξενυχτίζει.
Μά στη χαρά του δεν ξεχνά της μοίρας το γραφτό,
και πρίν να φέξει στο βουνό και πρίν να φέξει τ’ άστρο
αφήνει ταίρι ζηλευτό
και φεύγει από το Κάστρο.
Του κάκου τον ρωτά η Κυρά : πώς έτσι πρωϊνά
την παρατάει μοναχή: Εκείνος δεν της κρίνει
και μαύρη ζήλεια τυραννά
τη δόλια Κυρά-Ρήνη.
Τόσο, πού τι σοφίζεται η πονηρή Κυρά;
Όλους με μιάς τους πετεινούς του κάστρου της σκοτώνει
για να μη νοιώσει μια φορά
ο νιός πώς ξημερώνει.
Ο βασιλιάς Αν ή λια γος γελιέται την αυγή…
Και πρίν να ‘ρθεί στον Τρί κα ρδο, κοντά στην Παλιο μάνη,
κατάρα! Ο ήλιος είχε βγεί κι ο νιός είχε πεθάνει!
οι μοίρες πού το μοίρωσαν κατάρα είχαν κάνει
πώς άμα ο ήλιος το ιδεί
ευθύς θε να πεθάνει.
Κι ο βασιλιάς πατέρας του μ’ ελπίδα να σωθεί
από του ήλιου το κακό και φλογισμένο μάτι
τούχτισ’ επίτηδες βαθύ
μέσα στη γή παλάτι.
Χρόνια περάσαν πέθανε ο γέροντας γονιός…
Και με την ώρα την καλή θα βασιλέψει τώρα
Αν ή λια γος ο μορφονιός
στού Τρί καρδου τη χώρα.
Και ο βασιλιάς Αν ή λια γος τις μέρες του περνά
μές΄στα βαθιά παλάτια του και μοναχά το βράδι
βουνά και κάμπους τριγυρνά
στής νύχτας το σκοτάδι.
Κι η Κυρα-Ρήνη η όμορφη τον είδε μια βραδιά
στο Κάστρο εμπρός να κυνηγά μ’ ολόφωτο φεγγάρι
κι ένοιωσε αγάπη στην καρδιά
για τ’ άξιο παλληκάρι.
Ο βασιλιάς Αν ή λια γος –σαν κάθε βασιλιάς-
τώρα κι αυτός ολονυχτίς στη χώρα δε γυρίζει.
Σ’ αγαπημένη αγκαλιά
γυρμένος ξενυχτίζει.
Μά στη χαρά του δεν ξεχνά της μοίρας το γραφτό,
και πρίν να φέξει στο βουνό και πρίν να φέξει τ’ άστρο
αφήνει ταίρι ζηλευτό
και φεύγει από το Κάστρο.
Του κάκου τον ρωτά η Κυρά : πώς έτσι πρωϊνά
την παρατάει μοναχή: Εκείνος δεν της κρίνει
και μαύρη ζήλεια τυραννά
τη δόλια Κυρά-Ρήνη.
Τόσο, πού τι σοφίζεται η πονηρή Κυρά;
Όλους με μιάς τους πετεινούς του κάστρου της σκοτώνει
για να μη νοιώσει μια φορά
ο νιός πώς ξημερώνει.
Ο βασιλιάς Αν ή λια γος γελιέται την αυγή…
Και πρίν να ‘ρθεί στον Τρί κα ρδο, κοντά στην Παλιο μάνη,
κατάρα! Ο ήλιος είχε βγεί κι ο νιός είχε πεθάνει!
6 σχόλια:
Τελικά διαβάζεις ποίηση, ε;...
Πήρες ανθολογία;
theorema
Η ζήλια τελικά το έφαγε το παλικάρι .
Αιώνες μετά τίποτα δεν άλλαξε.
πηρα ανθολογια αλλα αυτο δεν τοχει μεσα. την υπαρξη αυτου του ποιηματος του δροσινη την ξερω εδω και καμια 25 χρονια οταν η δασκαλα μας εβαλε να βρει ο καθενας για την οδο που μενει. ετσι αφου εμενα γ δροσινη εγραψα απο την εγκυκλοπαιδεια οτι ηταν ποιητης και τα σχετικα ενω οι ξαδερφες μου βρηκαν απο την σχολικη βιβλιοθηκη το ποιημα που αναφερεται σε ενα γνωστο μυθο. εγω βεβαια ετυχε να το βρω στο δυκτιο και το αντεγραψα γιαυτο εχει τονους.αλλα κανενας δεν προσεχει τις λεπτομερειες.
χουλι η ζηλια ειναι ενα θανασιμο αμαρτημα, ολοι το ξερουν.
η φωτο ειναι το φυλαχτο για καλη μοιρα με ρουνικα συμβολα, ενω το κεντρο θυμιζει το τροχο της ζωης αλλα και τον ηλιο
Μ'αρέσουν τα φυλαχτά.
Και τα θανάσιμα αμαρτήματα!
theorema
και μενα μαρεσουν αλλα δεν τα πολυχρειαζομαι γιατι ειμαι σαββατογεννημενος,
να σου πω τωρα τελευταια εχω εθιστει στα μπακλαβαδακια,
στρεφω ολη τη μανια μου εκει
Χαχα! Φτιάξε κανα γλυκό μπανάνα :-)
theorema
Δημοσίευση σχολίου